Στο κείμενο
-
S-ro
–
Κύριος - Κος.
-
Pipelbom
–
Πίπελμπομ
-
peza
–
βαρύς-ιά-ύ
-
larĝa
–
πλατύς-ιά-ύ
-
korpo
–
σώμα
-
aspekto
–
το να φαίνομαι
-
rolo
–
ρόλος
-
fakto
–
γεγονός
-
respekti
–
το να σέβομαι
-
kontenta
–
το να ικανοποιώ
-
ofte
–
συχνός-ή-ό
-
utila
–
χρήσιμος-η-ο
-
prezenti
–
το να παρουσιάζω
-
ĝeni
–
το να ενοχλώ
-
nokto
–
νύχτα
-
arbo
–
δέντρο
-
ĉefo
–
αρχηγός
-
vojo
–
δρόμος
-
ekster
–
εκτός, έξω από
-
sovaĝa
–
άγριος-α-ο
-
bruo
–
θόρυβος
-
krom
–
εκτός από
-
tuŝi
–
το να αγγίζω
-
naturo
–
φύση
-
ĝenerali
–
γενικό
-
seki
–
ξηρός-ή-ό
-
paŝi
–
το να βηματίζω
-
vivi
–
το να ζω
-
dolori
–
το να πονάω
-
agrabla
–
ευχάριστος-η-ο
-
ju
–
όσο
-
kastelo
–
κάστρο
-
des
–
τόσο
-
Adriano
–
Αντριάνο
-
viro
–
άντρας
-
kapabla
–
ικανός-ή-ό
-
industrio
–
βιομηχανία
-
polico
–
αστυνομία
-
persono
–
πρόσωπο
-
simila
–
όμοιος-α-ο
-
lasta
–
τελευταίος-α-ο
-
laŭta
–
μεγαλόφωνος-η-ο
-
orelo
–
αφτί
-
momento
–
στιγμή
-
ambaŭ
–
και τα δύο
-
direkti
–
κατεύθυνση
-
zorgi
–
το να φροντίζω
-
situacio
–
κατάσταση
-
branĉo
–
κλάδος
-
rekta
–
ευθύς-εία-ές
-
besto
–
ζώο
-
promeni
–
το να περπατώ
-
kavo
–
σπηλιά
-
odoro
–
μυρωδιά
-
preta
–
έτοιμος-η-ο
-
ajn
–
οτιδήποτε, καθόλου, '-δήποτε'
-
efektiva
–
πραγματικός-η-ο
-
miri
–
το να απορώ
-
koro
–
καρδιά
-
ŝajni
–
το να φαίνεται
-
supri
–
πάνω από
-
buŝo
–
στόμα
-
provi
–
το να δοκιμάζω
-
kapti
–
το να αρπάζω
-
lampo
–
λάμπα
-
paco
–
ειρήνη
-
formo
–
σχήμα
-
teni
–
το να κρατώ
-
sono
–
το να ηχώ
-
aŭtoritato
–
εξουσία
-
nuuuu
–
ωωωωω
-
eee
–
εεε
-
fuŝi
–
το να μπερδεύω
-
klara
–
καθαρός-ή-ό
-
eĉ
–
ακόμα και
-
tono
–
ηχητικός τόνος
-
ha
–
χα
-
bieno
–
περιουσία
-
grafo
–
κόμης
-
monto
–
βουνό
-
kalva
–
φαλακρός-ή-ό
-
inviti
–
το να προσκαλώ
-
peti
–
το να ζητώ
-
teroro
–
τρόμος
-
kontroli
–
το να ελέγχω
-
ĉirkaŭ
–
γύρω από
-
akcepti
–
αποδεκτός-η-ο
-
perdi
–
το να χάνω
Περισσότερες
-
aĉ
–
επίθημα -> παλιό-, κακό-