6. Maja

Στο κείμενο

  • Maja – Μάγια
  • et – επίθημα -> μικρού μεγέθους, χαϊδευτικό
  • ul – επίθημα -> ιδιότητα προσώπου, όντος
  • tri – τρείς, τρία
  • ig – επίθημα -> κάνω κάποιον ή κάτι να .. -> μετ. ρήμα
  • sana – υγιής-ής-ές
  • alta – ψηλός-η-ο
  • temperaturo – θερμοκρασία
  • resti – το να μένω
  • morgaŭ – αύριο
  • voki – το να καλώ
  • doktoro – γιατρός
  • je – στις (ώρα), (αόριστη πρόθεση: από, μαζί, μέσα..)
  • naŭ – εννέα
  • horo – ώρα
  • por – για, δια
  • helpi – το να βοηθώ
  • montri – το να επιδεικνύω
  • piedo – πόδι
  • vesti – το να ντύνω
  • ĉio – κάθε τι, τα πάντα
  • fine – στο τέλος
  • semajno – εβδομάδα
  • sub – κάτω από, υπό
  • teo – τσάι
  • mateno – πρωί
  • vespero – βράδυ
  • deziri – το να επιθυμώ
  • trankvila – ήσυχος-η-ο
  • farti – το να αισθάνομαι
  • eg – επίθημα -> μεγενθυτικό
  • Karlo – Κάρλο
  • hm – χμ

Περισσότερες

  • bezoni – το να χρειάζομαι
  • esperi – το να ελπίζω
  • familio – οικογένεια
  • fojo – φορά
  • hieraŭ – χθες
  • hodiaŭ – σήμερα
  • infano – παιδί
  • kara – αγαπητός-ή-ό
  • lando – χώρα
  • loĝi – το να ζω, το να μένω, το να διαμένω
  • necesa – αναγκαίος-α-ο
  • pensi – το να σκέφτομαι
  • peti – το να ζητώ
  • proksima – κοντινός-ή-ό
  • rimarki – το να σημειώνω
  • terura – τρομερός-η-ο
  • tuj – αμέσως
  • tuta – όλος-η-ο
  • utila – χρήσιμος-η-ο
  • zorgi – το να φροντίζω